9 Μαρ 2006

Μου χάλασε...

Το τετράδιό μου χάλασε. Ή μάλλον κάτι έκανα και το έσκισα. Γι αυτό γράφω προσωρινά σε αυτό που είναι δανεικό μέχρι να αγοράσω καινούργιο. :(

Έκθεση 7η: Αλευρομουτζουροπόλεμος. Η χαρά του παιδιού

Θέμα: Πώς πέρασα την Καθαρά Δευτέρα ή πώς στο Γαλαξίδι γιορτάζουν την Καθαρή Τρίτη


Φέτος αποφασίσαμε, δηλαδή ο μπαμπάς μου, η μαμά μου, η θεία Φωτούλα και ο θείος Μήτσος (εμένα δεν με ρώτησε κανείς) να εορτάσουμε το καθαρό τριήμερο της Δευτέρας, απ’ έξω απ’ το σπίτι μας. Εκτός των τειχών που λένε και οι κύριοι στην τηλεόραση, γιατί μέσα στο διαμέρισμα είναι λίγο στενά.

Η... βρώμικη Δευτέρα στο Γαλαξίδι έχει αρχίσει. Όλοι γίνονται σαν τα γουρούνια μα κανείς δεν τους μαλώνει. Παρά μόνο εμένα. Δεν είναι άδικο αυτό;

Αφού πήραμε τα αναγκαία για την εκδρομή μας, δηλαδή το αυτοκίνητο, την βενζίνη, το εορτοδάνειο 3.000 ευρώ, τις 4 βαλίτσες της μαμάς μου και τα κινητά μας, κλειδώσαμε τη γάτα στο μπάνιο και ξεκινήσαμε. Μπροστά καθίσανε ο οδηγός μπαμπάς μου και ο θείος Μήτσος που κι αυτός είναι οδηγός αλλά όταν δεν οδηγάει ο ίδιος λέγεται συνοδηγός. Πίσω καθήσανε τα γυναικόπαιδα, δηλαδή η μαμά μου, η θεία μου κι εγώ, από τους τρεις ο μικρότερος στη μέση.


Ο κύριος τινάζει την πιτυρίδα από το κεφάλι του άλλου κυρίου ή του βάζει κοντίσιονερ που ξέχασε να βάλει αυτός φεύγοντας από το σπίτι;

Αφού πήραμε τα αναγκαία για την εκδρομή μας, δηλαδή το αυτοκίνητο, την βενζίνη, το εορτοδάνειο 3.000 ευρώ, τις 4 βαλίτσες της μαμάς μου και τα κινητά μας, κλειδώσαμε τη γάτα στο μπάνιο και ξεκινήσαμε. Μπροστά καθίσανε ο οδηγός μπαμπάς μου και ο θείος Μήτσος που κι αυτός είναι οδηγός αλλά όταν δεν οδηγάει ο ίδιος λέγεται συνοδηγός. Πίσω καθίσανε τα γυναικόπαιδα, δηλαδή η μαμά μου, η θεία μου κι εγώ, από τους τρεις ο μικρότερος στη μέση.

Πήραμε ένα μεγάλο δρόμο που λέγεται Εθνική Οδός Αθηνών – Λαμίας κι εγώ νόμιζα μέχρι που φτάσαμε στον προορισμό μας πώς είχαμε κάνει λάθος δρόμο γιατί εμείς πηγαίναμε στο Γαλαξίδι και πουθενά δεν έγραφε Εθνική Οδός Αθηνών – Γαλαξιδίου. Αλλά τέλος πάντων μην σας μπερδεύω με τα της διαδρομής γιατί αυτά είναι θέμα άλλης έκθεσης. Από το Γαλαξίδι δεν κατάγεται κανείς μας. Υπέθεσα όμως ότι πήγαμε εκεί επειδή η τελευταία Κυριακή της Αποκριάς λέγεται της Τυρινής και έπρεπε να φάμε κάτι από γάλα. Ακόμα δεν έχω καταλάβει όμως που κολλάει το ξύδι. Ίσως μάθω όταν μεγαλώσω. Στη διαδρομή έμαθα ότι το Γαλαξίδι είναι κοντά στη Ναύπακτο απ’ όπου κατάγονται οι κύριοι Παπαροκάδες και στο κέντρο τους (ή μοναστήρι, δεν θυμάμαι καλά) ήθελε να πεταχτούμε η θεία Φωτούλα που τους έχει μεγάλη συμπάθεια.

Το Γαλαξίδι είναι ένα ωραίο μέρος όπου είναι σχεδόν νησί γιατί έχει θάλασσα μόνο από τη μία πλευρά, εκεί όπου παρκάρουν τις βάρκες, άρα δεν είναι τελείως νησί. Το Γαλαξίδι έχει πολλούς κατοίκους που δεν μένουν όμως εκεί αλλά έρχονται κάθε γιορτή και είναι πάρα πολύ πεινασμένοι επειδή όλες οι ταβέρνες είναι γεμάτες από το πρωί μέχρι το βράδυ. Επίσης το Γαλαξίδι έχει πολλούς ανθρώπους λιμενικούς που φοράνε κίτρινα γιλέκα, μάλλον λόγω αποκριάς και 2 αστυνομικούς ένα χοντρό κι έναν λιγνό που ο χοντρός γυρνάει όλη τη ημέρα και κρατάει ένα χοντρό ντοσιέ με πολλά χαρτιά αλλά δεν το ανοίγει ποτέ. Το Γαλαξίδι παράγει γλυκά ραβανί και τζιπ. Πάρα πολλά τζιπ όλων των ηλικιών και μαρκών, αλλά λιγότερα ραβανί.

Γύρω γύρω όλοι και στη μέση η πυρά. Να γιατί ο κύριος Κώστας δεν έδωσε το επίδομα θέρμανσης, γιατί αν το έδινε όλοι θα ήταν στα καλοριφέρ και κανείς δεν θα άναβε τη φωτιά με τα ξύλα. Με αυτό τον τρόπο κρατάνε τα ήθη και τα έθιμα του λαού μας.

Την Κυριακή της αποκριάς στο Γαλαξίδι καίνε στην πλατεία ξύλα που τα λένε πυρά γιατί κάνει κρύο, αλλά κανείς δεν τα προσέχει παρά μόνο τρεις σκούροι μουσικοί (ο ένας με μουστάκι), μερικά παιδάκια και δυο κυρίες που έχασαν τον δρόμο καθώς πήγαιναν στην ταβέρνα να φάνε. Επίσης την Κυριακή το βράδυ ένα πατροπαράδοτο έθιμο του Γαλαξιδίου είναι να συνδέεται απ’ ευθείας με τον κύριο Γρηγόρη Αρναούτογλου που μένει στο MEGA τσάνελ και κάνει μία εκπομπή με μία αγελάδα και να του δείχνουν πως κάνουν τον αλευροπόλεμο. Μετά τον κύριο Αρναούτογλου συνεχίζεται το παραδοσιακό γλέντι με μουσική και χορό, ξυλοπόδαρους και ξυλοπόδαρες που μπορεί να φτάσουν και τα 2,5 μέτρα ύψος αν δεν φυσάει.

Μουσική παίζουν συγκροτήματα με τύμπανα και άλλα τύμπανα που χτυπάνε με τα χέρια μερικοί κύριοι και μερικές κυρίες από ένα μέρος που λέγεται Αφρική. Δεν κατάλαβα αν αυτή η περιοχή βρίσκεται κοντά στο Γαλαξίδι. Μάλλον δεν βρίσκεται γιατί όλοι οι κάτοικοι αυτού του μέρους που βάραγαν τα τύμπανα είναι πολύ σκούροι μαύροι, (μερικοί ήταν άσπροι, άρα όλοι τους ήταν ασπρόμαυροι) αλλά αυτό μπορεί να συνέβη επειδή έπαιξαν πριν την ώρα τους μουτζουρώματα με το φούμο.

Το Γαλαξίδι δεν έχει Καθαρή Δευτέρα. Γιατί αν είχε δεν θα ήταν όλα τόσο λερωμένα και ακατάστατα. Γι αυτό εκεί γιορτάζουν την Καθαρή Τρίτη επειδή τότε όλοι παίρνουν τις σκούπες και τα λάστιχα και καθαρίζουν την ακαταστασία της Δευτέρας. Αυτή την ακαταστασία τη λένε: "το έθιμο αλευρομουτζουρώματα". Σε αυτό το έθιμο όλοι οι άνθρωποι και τα παιδάκια φοράνε τα κακά τους ρούχα και γίνονται σαν τα γουρούνια μέσα στο αλεύρι το κόκκινο, το πορτοκαλί, το μαύρο και το μπλε φούμο που πετάει ο ένας στον άλλο και όλοι μαζί σε αυτούς που νομίζουν ότι θα τη γλιτώσουν κοιτώντας από μακριά. Μάλιστα πολλοί φοράνε κουδούνια που μάλλον παίζουν το ρόλο κλάξον που το χτυπάνε πριν πετάξουν τη σακούλα με το φούμο.

Εδώ η περιοχή μού θυμίζει κάτι από το δωμάτιό μου όταν παίζω με τα άλλα παιδάκια.

Έχω την εντύπωση ότι αυτό το έθιμο το έφτιαξε το ΣΚΙΠ επειδή λέει ότι τώρα μπορείτε να λερωθείτε άφοβα. Εμένα όμως δεν με άφησαν να λερωθώ άφοβα οι γονείς μου έτσι κι εγώ λερώθηκα φοβισμένα όταν είδα τη σακούλα με το αλεύρι να έρχεται κατά πάνω μου και δεν μπόρεσα να το αποφύγω. Με αποτέλεσμα να από τότε να είμαι άσπρος, σχεδόν αόρατος αλλά ευτυχώς όχι πολύχρωμος σαν τον κύριο Μελ Γκίμπσον στο Μπρέιβ Χαρτ όπως έγινε (και πολύ το ευχαριστήθηκα εγώ και όχι εκείνη) η θεία Φωτούλα.

Στη φωτογραφία πιθανότα είναι η θεία Φωτούλα γιατί κάπως έτσι είναι κι αυτή όταν βάζει τη μάσκα ομορφιάς και μας τρομάζει όλους στο σπίτι.

Στις φωτογραφίες (που τράβηξα με την μηχανή του μπαμπά μου ο οποίος δεν το ήξερε κι όταν είδε πώς έγινε από το αλεύρι και το φούμο με κυνηγάει ακόμα) θα είδατε τι εννοώ. Θα είδατε επίσης όλη μου την οικογένεια όχι όμως κι εμένα επειδή άσπρος όπως ήμουν δεν μπορεί να με συλλάβει η κάμερα παρά μόνο ο χοντρός αστυνομικός που μου είπε: ρε κωλόπαιδο εμένα θες να σημαδέψεις με το φούμο; Έτσι κι εγώ δεν τον σημάδεψα αλλά του είπα: και του χρόνου κύριε αστυνομικέ! Και του χρόνου! (θα τα ξαναπούμε).

Αταξίας, μαθητής Β' Δημοτικού (ακόμα!)